Ιστορική αναδρομή- Fabbrica d’Armi Pietro Beretta SpA
Το 1526 ο Mastro Bartolomeo Beretta (1490 – 1565/68) από το Gardone πήρε 296 δουκάτα αμοιβή για 185 κάννες αρκεβούζιων, τις οποίες πούλησε στο Οπλοστάσιο της Βενετίας. Όντας ήδη στην παραγωγή από τις αρχές του 1500, τα προϊόντα Beretta είχαν επιλεγεί από την Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας, λόγω της ασύγκριτης υπεροχής τους. Το όνομα Beretta έγινε συνώνυμο της ασυμβίβαστης ποιότητας, του πρωτοποριακού σχεδιασμού, των ανώτερων υλικών, της υπερανθεκτικής κατασκευής, της εξαιρετικής απόδοσης και της πανέμορφης εμφάνισης και ξεπέρασε τα ιταλικά σύνορα εδραιώνοντας μια παράδοση που μεταφέρθηκε αδιάλειπτα μέσα από δεκαπέντε γενιές.
Τα μυστικά του εμπορίου και της έμφασης στη λεπτομέρεια, που κληρονόμησε ο Jacopo (1520) από τον πατέρα του Bartolomeo, κληροδότησε στον γιο του Giovannino (1550 – μετά το 1577) και κατόπιν στον εγγονό του Giovan Antonio (1577 – μετά το 1649) – και στη συνέχεια από τον ένα αιώνα στον άλλο. Στις αρχές του 1800 ο Pietro Antonio Beretta (1791 – 1853), παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν από τους αδιάκοπους πολέμους και την ξένη κατοχή, ταξίδεψε σε όλη την Ιταλία, για να παρουσιάσει την ξεχωριστή ποιότητα των προϊόντων του και να μαζέψει παραγγελίες. Ο γιος του Pietro Antonio, ο Giuseppe (1840 – 1903) συνέχισε τις προσπάθειες του πατέρα του, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για την εταιρεία, μέσω της διανομής των προϊόντων διεθνώς.
Στις αρχές του 1900 ο Pietro (1870 – 1957) αναλαμβάνοντας την τύχη της εταιρείας, εισήγαγε μοντέρνες μεθόδους κατασκευής, πολλές ευρεσιτεχνίες σε μηχανισμούς και απλοποίησε την κατασκευή, με συνέπεια να καθιερώσει την Beretta, τον πρώτο ιταλικό κατασκευαστή όπλων, σαν μια από τις πιο σύγχρονες μονάδες παραγωγής όπλων στον κόσμο. Ο εκσυγχρονισμός συνεχίστηκε από τους γιους του Giuseppe (1906 – 1993) και Carlo (1908 – 1984), διασφαλίζοντας τον πολυεθνικό χαρακτήρα της εταιρείας με εμπορικές και παραγωγικές δραστηριότητες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στις Η.Π.Α. Ο προσπάθειες αυτές δημιούργησαν επιτυχίες, τόσο στους τομείς εξοπλισμού του στρατού και των υπηρεσιών εφαρμογής του νόμου, όσο και στον ιδιωτικό τομέα.